Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

Aφρικη 2010: Mονοι μας στους λοφους...

Η κουραση των προηγουμενων πεντε ημερων ειχε αρχισει να μας επηρεαζει. Μιας και δεν ειχαμε να σηκωθουμε πρωι-πρωι για να κυνηγησουμε ολη μερα με τους επαγγελματιες, σηκωθηκαμε μια ωρα αργοτερα, και, αγουροξυπνημενοι και ολιγομιλητοι συγκεντρωθηκαμε ολοι στην βεραντα με μια κουπα καφε στο χερι ο καθενας, ατενιζοντας την ομορφη αυγη και χαζευοντας τα ζωα στην αυλη της φαρμας. Περαν της κουρασης, ολοι μας ειχαμε και απο μερικους τραυματισμους. Ο Ντειβιντ υπεφερε απο ενα παλιο τραυματισμο στην πλατη, ο Γκαρεθ ειχε καπου ζορισει τον ωμο του, και εγω περπατουσα με δυσκολια καθως καταφερα να κανω λαθος την δευτερη μερα στην επιλογη υποδηματων και να στολισω τα ποδια μου με επωδυνες φουσκαλες. Μονο το Κολλητηρι ηταν ‘ακεραιος’, και καθοταν και μας ακουγε να βογκαμε, τρωγοντας τις σοκολατες του. Παρ’ολα αυτα ομως, στα ματια ολων εβλεπα τις αναμνησεις που ειχαμε μαζεψει κιολας τις προηγουμενες πεντε μερες, μαζι με μια ηρεμη προσδοκια για τις επομενες δυο που μας ειχαν μεινει πριν επιστρεψουμε ο καθενας στην καθημερινοτητα μας.
Δεν περασαν 10 λεπτα και ο Κρις ηρθε στην παρεα μας.

- Πως παει? μας ρωτησε ολους με το χαμογελο στα χειλη και τον καφε στο χερι. ‘ετοιμοι για την σημερινη εξορμηση?’
- ‘Οτι μας πεις θα κανουμε Κρις, ουτως ή αλλως, οτι και να συμβει απο εδω και περα ειναι κερδος για μας, αυτα που περασαμε τις προηγουμενες μερες θα μεινουν μαζι μας για την υπολοιπη ζωη μας!’, του ειπε ο Γκαρεθ
- ‘Ωραια! Λεω να σας παω στους προποδες των λοφων κοντα στο περιβολι. Απο εκει, μια ομαδα θα παει στους λοφους και η αλλη θα ακολουθησει την μακρυνη πορεια, ακολουθωντας τους προποδες. Ο δρομος αυτος θα σας φερει και τις δυο ομαδες στις πεδιαδες που κυνηγουσαμε 2 μερες πριν. Εκει, να κανονισετε μεταξυ σας που θα συναντηθειτε, και βαλετε τελικο προορισμο τη φαρμα. Ενα springbok o καθενας, γουρουνια μονο εαν εχουν εντυπωσιακα δοντια, και αν δειτε μπαμπουϊνους μην τους χαρισετε. Φυσικα, εαν δειτε και κανενα τραυματισμενο ζωο, παρτε το και αυτο. Φευγουμε σε μιση ωρα’

Δεν χρειαστηκε να μας το ξαναπει. Τελειωσαμε τον καφε μας, και πηγαμε να παρουμε τα πραγματα μας. Ηδη ειχαμε αποφασισει οτι ο Γκαρεθ και ο Ντεϊβιντ θα πηγαιναν στους λοφους, μιας και οι φουσκαλες στα ποδια μου δεν επετρεπαν δυσκολη πορεια, και εγω και ο αδερφος μου θα πηγαιναμε γυρω στους προποδες που, ενω ηταν μακρυτερα, ηταν πιο ευκολο να περπατηθουν.

Με τα δισακια στον ωμο, κυαλια, πυρομαχικα, νερο και μερικα μπισκοτα, και τα τουφεκια στο χερι, μιση ωρα αργοτερα μπαιναμε ολοι στο LandRover του Κρις. Ο αδερφος μου ειχε παρει ενα αλλο τουφεκι σημερα, ενα Βrno550 με δυο σκανδαλες σε διαμμετρημα 7x57 το οποιο το ειχε κιολας τουφεκισει στο χωραφι για να ελεγξει εαν ειναι μηδενισμενο.

Η συντομη διαδρομη με το αυτοκινητο μας εφερε στο περιβολι, οπου, μετα μια γρηγορη περιφορα για να μιλησει ο Κρις στο προσωπικο που δουλευε εκει, πηγαμε στα ορια του, στο σημειο οπου ειχαμε το προχειρο σκοπευτηριο που ειχε οργανωσει ο Πιερ. Το αμαξι σταματησε και βγηκαμε ολοι απο μεσα. Ο Κρις μας εδωσε τις τελευταιες οδηγιες και, αφου χαιρετηθηκαμε, πηδηξαμε τη μαντρα και αρχισαμε την πορεια μας. Κανονισαμε με τον Ντεϊβιντ και τον Γκαρεθ οτι θα παραμεινουμε σε επαφη με τα τηλεφωνα και δωσαμε ραντεβου στην αλλη μερια των λοφων, στα σημεια οπου μας ειχε τοποθετησει ο Κρις τις προηγουμενες ημερες.

Αργα και προσεκτικα, με τον αδερφο μου να ηγει την πορεια, ξεκινησαμε την ανηφορα, ακολουθωντας τους προποδες των λοφων. Καθε 5-10 βηματα, σταματουσαμε για να δουμε εαν υπαρχουν ζωα τριγυρω, και, οταν ικανοποιουμασταν οτι δεν θα τρομαζαμε τιποτα, ξεκινουσαμε ξανα. Η πορεια δυσκολη, προσπαθουσαμε να βρουμε τα μονοπατια που ειχαν χαραξει τοσα χρονια τα springbok για να μπορεσουμε να βρουμε και το σωστο δρομο προς τα σημεια που ειχαμε δωσει ραντεβου με τους αλλους. Περπατουσαμε για 40 λεπτα περιπου, οταν φτασαμε κοντα στο σημειο οπου ημουν τοποθετημενος εγω δυο ημερες πριν. Στα δεξια μας ηταν μια χαραδρα, αναμεσα σε δυο λοφους, οπου, 350-400 μετρα μακρια απο το σημειο που ειμασταν εμεις, εντοπισαμε ενα κοπαδι ορυξ, μαζι με τις 6 ζεβρες.

Με προσεκτικες κινησεις, προχωρησα πισω απο ενα θαμνο, και ψιθυρισα στον αδερφο μου να κανει το ιδιο. Με τα κυαλια καθησαμε για ωρα και παρατηρουσαμε τα ζωα που φαινοταν να μην μας εχουν καταλαβει, παρ’ολο που 3-4 απ’αυτα κοιτουσαν προς το σημειο οπου ημαστε εμεις. Εβγαλα την βιντεοκαμερα απο το δισακι και πηρα αυτο το βιντεο



Ετσι κι’αλλιως δεν ειχαμε προθεση να τα κυνηγησουμε, οχι μονο γιατι μας ειχε πει ο Κρις να μην παρουμε αλλο ζωο απο springbok, αλλα επισης γιατι θα ηταν αδυνατο να βγαλουμε ενα τοσο μεγαλο ζωο απο το μερος εκεινο.
Μετα απο λιγη ωρα φαινεται οτι τα ζωα μας πηραν ειδηση, και αρχισαν να απομακρυνονται αργα προς την αντιθετη μερια των λοφων.

Photobucket

Τα αφησαμε να καβαλησουν το φρυδι του λοφου και ξεκινησαμε παλι προς τα δυτικα. Η πορεια μας εφερε στο καρτερι που ειχα την Τριτη, και εδειξα στον αδερφο μου που ειχα το γιατακι μου και που τουφεκισα τα ζωα. Μιας και δεν ειχαμε την πιεση να παρουμε αλλα ζωα, περνουσαμε την ωρα ευχαριστα περπατωντας ανεμελα και κουβεντιαζοντας, ταυτοχρονα παρατηρωντας την περιοχη γυρω μας για αν τυχον βλεπαμε κανενα κοπαδακι γαζελες, και προσπαθωντας να ξεμπερδεψουμε τα ιχνη που βλεπαμε στο χωμα. Ουτε ενα τετραγωνικο μετρο δεν ειδαμε που να μην ειχε δεκαδες ιχνη απο ποδια ολων των ειδων τα ζωα, κανοντας μας να αναπολησουμε τις μερες στην Ελλαδα, που χαιρομασταν αν βλεπαμε μια τσιχλα....

Σε ενα χαντακι εντοπισαμε το λαγουμι απο μια οικογενεια φακοχοιρων και σταθηκαμε λιγο να το περιεργαστουμε. Τα ζωα αυτα παιρνουν τα λαγουμια απο τους μυρμηγκοφαγους και τους σκαντζοχοιρους και τα οικοιοποιουνται αφου κανουν ‘εξωση’ στους δημιουργους τους. Παντα μπαινουν στη φωλια με την οπισθεν, ωστε να μπορουν να τρεξουν προς τα εξω εαν νοιωσουν καποιο κινδυνο. Αφου πηραμε μερικες φωτογραφιες, προχωρησαμε προς τα ανατολικα τωρα, αφου ειχαμε κανει τον κυκλο, προχωροντας προς τη φαρμα. Το τοπιο αγριο, με μερικα ξυλιασμενα δεντρακια, τουφες απο χρυσοχρωμο γρασιδι και βραχους παντου...Στο βαθος ενος ξεφωτου, ειδα ενα κοπαδι γαζελες.

- ‘Γαζελες!’ ειπα στον αδερφο μου, ‘εκει, στο βαθος, πισω απο τα δεντρα μπροστα μας. Βαλε τα κυαλια, θα τις δεις...’
- ‘και τι να τις κανω, ειναι μακρια...’
- ‘δεν προσπαθεις να τις πλησιασεις? Καλο θα σου κανει να προπονηθεις στην υπουλη προσεγγιση. Ετσι και αλλιως, ολες αυτες τις μερες εχω βαρεσει ενα σωρο, καλυτερα θα μου ερθει αν τις βαρεσεις εσυ. Θα κατσω εδω, στα δεντρακια απο κατω και θα σε περιμενω. Ασε που με εχουν ταραξει και τα ποδια μου’.

Πραγματικα, οι φουσκαλες που ειχα βγαλει απο το ηλιθιο λαθος της δευτερης ημερας, εκαναν καθε βημα επωδυνο, και τα τελευταια 4-5 χιλιομετρα που ειχαμε περπατησει στο κακοτραχαλο μονοπατι δεν βελτιωσαν την κατασταση καθολου...

- ‘Καλα...θα προσπαθησω’, μου απαντησε ‘να δεις και συ πως γινεται!’, εριξε και την σποντα
- ‘Ρε τραβα εσυ, μονο προσεχε να εχεις σφαιρα στο οπλο και την ασφαλεια βγαλμενη! Μην ακουσεις το ‘κλικ’ του πεθαμενου!’, τον πειραξα.

Καθησα και τον παρατηρησα να απομακρυνεται, βαζοντας τα δεντρα αναμεσα σε αυτον και τις γαζελες, που, μεχρι τωρα φαινοντουσαν ανυποπτες για την παρουσια μας. Παρακολουθουσα την προσεγγιση με τα κυαλια, μονο και μονο για να δω τις γαζελες να απομακρυνονται και να εξαφανιζονται, χωρις ομως να δειχνουν ιδιαιτερα αλαφιασμενες. ‘Πρεπει να αλλαξε ο αερας, ή να πατησε κανενα κλαδι...’ ειπα μεσα μου, και εβγαλα το δισακι να παρω το νερο και το σαντουϊτς που μας ειχε ετοιμασει η Σαντυ. Δυο λεπτα αργοτερα, γυρισε πισω.

- ‘Καταλαβες τι εγινε?’, με ρωτησε.
- ‘τη μια στιγμη ηταν εκει, την επομενη ειχαν εξαφανιστει. Εκανες καμια βλακεια?’
- ‘Οχι! Ειμουν πιο υπουλος και απο την γριππη! Εξαλλου ειμαι ειδικα εκπαιδευμενος απο τοτε που ειμουν στα ΟΥΚ!’
- ‘Γιατρος ησουν στα ΟΥΚ, οχι κομμαντο, δεν αφηνεις τα κουφα? Ασε που εχουν περασει 15 χρονια! Τελος παντων, δεν πειραζει, θα τις ξαναβρουμε παρακατω, ετσι κι’αλλιως για βολτα βγηκαμε. Δεν καθεσαι να φας κατι?’

Φαγαμε το κολατσιο μας και 10 λεπτα αργοτερα ξαναπηραμε το δρομο για τη φαρμα. Ειχαμε χασει την επαφη με τους αλλους, και ελπιζα οτι θα τους πετυχουμε ξανα στα γιατακια που ειχαμε την πρωτη μερα του κυνηγιου.

- Παμε εκει που ημουν την πρωτη μερα να σου δειξω το μερος. Θα κατσουμε εκει και θα τους περιμενουμε. Αν εχουν παρει την πορεια που υποψιαζομαι, θα πρεπει να περασουν απο εκει.

Καπου 45 λεπτα αργοτερα, και μετα απο αρκετες στασεις για να παρατηρησουμε το μερος, φτασαμε στο δεντρακι διπλα στο σιδερενιο πασαλο. Βγαλαμε τα δισακια μας και καθησαμε στους βραχους, με τα κυαλια στα χερια.

- ‘Κατσε ηρεμα εδω, μπορει να περασει κανενα γουρουνι. Ειδα καμποσα οταν ημουν εδω πριν 3 μερες, δεν ξερεις τι γινεται καμια φορα’, του ειπα, και εβαλα τα κυαλια στα ματια για να αγναντευσω την περιοχη.

Καθως αγναντευα, αναμεσα σε κατι θαμνους στα δεξια μου, το ματι μου επιασε μια κινηση. Εστιασα το φακο, και ειδα ενα κοπαδακι γαζελες να ειναι σταματημενες εκει, μερικες ξαπλωμενες στο εδαφος, αλλες να τριγυριζουν βοσκωντας, αγνοωντας την υπαρξη μας. Εβγαλα τα κυαλια απο τα ματια, και ψιθυρισα στον αδερφο μου:

- ‘Γαζελες! στα δεξια, αναμεσα στα δεντρακια. Ειναι ενα ξεφωτο πισω απο τους θαμνους και ειναι εκει, καθονται ανεμελες. Τις βλεπεις?’
- ‘Ναι, τωρα τις ειδα...ειναι μακρια ομως.’

Εβγαλα το αποστασιομετρο και πηρα μια μετρηση. ‘274 γιαρδες λεει το δικο μου...βγαινει η βολη...’. Μεσα μου ηξερα οτι δεν εχουμε δυνατοτητα προσεγγισης. Το μερος ηταν ανοιχτο, με μονο μερικα δεντρα, λιγο μεγαλυτερα απο θαμνους αναμεσα σε μας και τις γαζελες. Πηρα τα ραβδια και εστησα το οπλο.

- ‘Θα τους ριξω’, ειπα στον αδερφο μου, ‘χθες πηρα γαζελες ακομα πιο μακρια, γινεται η βολη. Θα περιμενω να μου δωσει καλη εικονα μια απ’αυτες, αλλιως θα παρω αυτη που ειναι ξαπλωμενη μπροστα μπροστα, την βλεπεις?’
- ‘Σιγα και μην την πετυχεις!’, με πειραξε. ‘Κατσε να ετοιμαστω και εγω, μπας και χρειαστει να σου δειξω πως γινεται!’
- ‘Καλα, κοιτα να δεις που θα παει το υπολοιπο κοπαδι μετα την βολη, γιατι μπορει να κανουν κατα’δω, και ασε με μενα να αστοχω’, του απαντησα, και βολευτηκα πισω απο το οπλο.

Η βολη δεν ηταν ευκολη. Εβλεπα μονο το μπροστινο μισο της ξαπλωμενης γαζελας, και, κανα δυο φορες που περασαν αλλες απο μπροστα της δεν σταθηκαν αρκετα για να υπολογισω την βολη. Ηξερα οτι, σε αυτη την αποσταση, η σφαιρα θα εχει πτωση 11 ιντσες, καπου 25 ποντους, ο αερας ηταν μηδαμινος σημερα, και ετσι εστιασα το νηματοσταυρο στο κεφαλι της γαζελας και τον σηκωσα οσο υπολογιζα οτι ειναι 25 ποντοι σε αυτη την αποσταση. Πηρα μια ανασα, την αφησα, και, στο τελος της εκπνοης, πιεσα μαλακα την σκανδαλη.

Η ανακρουση του οπλου ειναι μαλακη, με την προσθηκη του σιγαστηρα δεν τιναζεται η καννη προς τα επανω, και ετσι μπορεσα και ειδα τον λαιμο της γαζελας να διπλωνει και το ζωο να μενει ακινητο στο χωμα. Τα υπολοιπα σκορπισαν με ταχυτητα, φευγοντας προς τα αριστερα μας, να χανονται μες τους θαμνους.

Photobucket

Σηκωσα το κεφαλι απο το κοντακι, και, ενθουσιασμενος, γυρισα προς τον αδερφο μου:

- ‘Ειδες βολη?! Καλα, θα μου μεινει για παντα στο μυαλο!’ του ειπα, αλλα τα ματια του ηταν καρφωμενα εκει που ειχα τουφεκισει το ζωο
- ‘Ειναι αλλη μια!’
- ‘Που? Δεν την βλεπω. Ετσι κι’αλλιως πηρα την μια που δικαιουμουν, σειρα σου τωρα, ριξ’της!’
- ‘Ειναι εκει, στα δεξια απο εκει που τουφεκουσες! Περιμενε...’

Και αρχισε να βολευεται πισω απο το οπλο, σημαδευοντας προς τους θαμνους. Η βολη του χτυπησε μπροστα απο ενα θαμνο, αρκετα μετρα πριν το σημειο που ειχα τουφεκισει εγω.

- ‘Καλα, που ειναι ρε? Η βολη σου επεσε μπροστα απο εκεινο το μεγαλο θαμνο. Δεν ειδα καμια γαζελα εκει... Που πηγε τωρα?’
- ‘Ειναι ακομα εκει! Πρεπει να ειναι μακρυτερα απο οτι υπολογιζα...’, μου απαντησε αλαφιασμενος
- ‘Ριξε παλι, αλλα σημαδευε καπου 25-30 ποντους πανω απο το κεφαλι της, ακομα δεν την βλεπω εγω...’, προσπαθησα να τον ενθαρυννω.

Η δευτερη βολη του πρεπει να περασε πανω απο την γαζελα, που, τωρα, αρχισε να τριποδιζει σε μια πορεια παραλληλη προς εμας και απο τα δεξια προς τα αριστερα απο εκει που κοιτουσαμε, πραγμα που μου επετρεψε να την εντοπισω.

- ‘θα σταματησει παλι, ειναι καμια 300αρια μετρα, ριξ’της παλι’

Ουτε καν μου απαντησε! Το ματι του καρφωμενο στην διοπτρα, με το αριστερο του χερι να προσπαθει να μετακινησει τα ραβδια για να καταφερει να κανει την βολη. Το οπλο ‘γαυγισε’ παλι, αλλα η γαζελα παρεμεινε αθικτη...

- ‘κοιτα, αμα δεν μπορεις, να την βαρεσω εγω! Μην χαλαμε και τοσες σφαιρες αδικα!’, τον πειραξα.

Αυτο που μου απαντησε δεν επαναλαμβανεται, και καταλαβα οτι η επιθυμια του να βαρεσει τη γαζελα παλευε με τα συναισθηματα που του ειχαν δημιουργησει οι προηγουμενες τρεις βολες. Παραδοξως, η γαζελα δεν φαινοταν ιδιαιτερα ενοχλημενη απο το θορυβο, και τωρα ειχε παρει μια πορεια που την εφερνε κοντυτερα σε εμας! Ηταν τωρα 200 μετρα μακρια και πλησιαζε. Την περιμενα να σταματησει, και, μολις σταματησε, ο αδερφος μου της εριξε παλι.

- ‘Ντιν-ντιν, ντιν-ντιν, ντιν-τιν τιριρι’, σιγοτραγουδαγα γελωντας
- ‘Γαμωτο! Δεν μπορω να υπολογισω που να παρει ο διαολος!’
- ‘Μην φοβασαι, ετσι που παει, θα την τρομαξεις αρκετα και θα παει απο καρδιακη προσβολη! Ριξε, τωρα ειναι πιο κοντα, εχει τασεις αυτοκτονιας αυτη!’

Η πεμπτη βολη, ειχε την ιδια καταληξη με τις προηγουμενες 4 και, το ιδιο εγινε με την εκτη. Η γαζελα τωρα βαδιζε σε μια πορεια που θα την εφερνε 70-80 μετρα μακρια μας, εχοντας διαγραψει ενα ημικυκλιο απο το σημειο που της εριξε την πρωτη φορα. Πραγματι, σταματησε μπροστα απο ενα δεντρο και η βολη του αδερφου μου την βρηκε στη μεση της σπονδυλικης στηλης, σωριαζοντας την στο εδαφος! Με φανερη την ανακουφιση του, και χωρις να πιστευει την τυχη του, ξεκολλησε το ματι απο την διοπτρα και μου χαμογελασε

- ‘Αμαν! Αμα δεν την πετυχαινες και με αυτη τη βολη, θα στο ‘παιρνα το οπλο, θα διοριζοσουν ο επισημος φωτογραφος απ’εδω και εμπρος! Αντε μπραβο παληκαρι μ’!’
- ‘Δωσε μου καμια σφαιρα, αδειασε η θηκη...’
- ‘τι να τις κανεις? Ουτως ή αλλως, χαμενες πανε!’ Δεν προκειτω να τον αφησω σε ησυχια τωρα!
- ‘Ασε ρε τις βλακειες και δωσε μου! μπορει να πετυχουμε κανενα γουρουνι!’
- ‘Καλα, παμε να τις καθαρισουμε και να τις βαλουμε σε κανενα δεντρο, οχι τιποτ’αλλο, θα μας ακουσαν και οι αλλοι που αρχισαμε πολεμο, και θα ερθουν σφαιρα μπας και παθαμε τιποτα!’

Αφου βγαλαμε μερικες φωτογραφιες, τον παρακολουθησα να καθαριζει το ζωο, και μαζι το πιασαμε και το κρεμασαμε απο ενα δεντρο, για να μην γεμισει μυρμηγκια, και μετα πηγαμε και τακτοποιησαμε και τη δικη μου γαζελα.

Photobucket
Photobucket

- Παμε για τη φαρμα τωρα, δεν ειμαστε μακρια. Εχει περασει και η ωρα, θα αναρρωτιουνται οι αλλοι τι γιναμε. Πολυ το χαρηκα ομως, που να το φανταζομασταν οτι θα μπορεσουμε να κανουμε τετοιο κυνηγι! Απο μια γαζελα ο καθενας και να μπορεσουμε να δουμε ο ενας την βολη του αλλου!
- Ελα ντε...τελευταια φορα που καναμε κατι τετοιο ηταν τσονια στο κτημα του παππου...

Η διαθεση μας ηταν χαρμοσυνη, και οι δυο με χαμογελο στα χειλη, περπατησαμε τα 2-3 χιλιομετρα που μας χωριζαν απο την φαρμα και 40-45 λεπτα αργοτερα, ανοιγαμε την πυλη της αυλης της φαρμας. Ο Κρις μας ειδε και ηρθε να μας χαιρετησει.

- Τι εγινε?
- ‘Απο μια γαζελα ο καθενας δεν μας ειπες? Ε! Απο μια γαζελα ο καθενας πηραμε! Βεβαια, αυτη που βαρεσε ο αδερφος μου πηγε απο φοβο, αφου εφαγε 7 τουφεκιες!’, του ειπα και αρχισα να γελαω μαζι του.
- ‘Καταπληκτικα! Παμε να τις παρουμε και μετα θα παρουμε ποτα και θα παμε να βρουμε τους αλλους στους λοφους για ποτο στο ηλιοβασιλεμα.’ Γυρισε στον αδερφο μου και προσθεσε: ‘λεω να σε παω στο τριτο φραγμα και να περπατησεις προς τους λοφους, εκει που ησουν την πρωτη μερα, μπας και δεις κανενα γουρουνι. Ειναι λιγο πορεια, αλλα αξιζει τον κοπο να δεις τη φαρμα. Τι λες?’
- ‘Ωραια! Μπας και βρω κανενα γουρουνι σαν αυτο που εχασα...!’

Κοτσαραμε το τρεϊλερ στο LandRover και ξεκινησαμε για το μερος που ειχαμε τις γαζελες. Τις φορτωσαμε γρηγορα-γρηγορα και πηγαμε στα νοτιοδυτικα της φαρμας για να αφησουμε τον αδερφο μου. Ο Κρις εδωσε μερικες οδηγιες στον αδερφο μου και τον αφησαμε για να γυρισουμε στη φαρμα, οπου αφησαμε το τρεϊλερ και μαζι με τον Πιερ, φορτωσαμε το ψυγειο με ποτα, αναψυκτικα και ξηρους καρπους και φυγαμε για τους λοφους.

Ο ηλιος ειχε παρει να δυει, το τοπιο γυρω μας ηταν γεματο με τα χρωματα του σουρουπου και μονο η πορεια με το ψυγειο στα χερια, προς την κορφη του μικρου λοφου, επαιρνε τα ματια μας απο τον ουρανο. Στην κορφη ηταν ο Ντεϊβιντ, ενω ο Γκαρεθ ηταν μερικα μετρα παρακατω, απο την αλλη μερια.

- ‘Πως πηγε?’, τους ρωτησα
- ‘Μια χαρα βολτα καναμε! Ειδαμε και τη μαχη με τις γαζελες που ριχνατε! Μα καλα, ποσες τουφεκιες ριξατε?’
- ‘Μια! Εριξα εγω, δηλαδη! Ο αδερφος μου ηταν που την κυνηγαγε με τις ωρες. Θα’ρθει οπου να’ναι και θα σας τα πει αυτος, μην του χαλασω την διηγηση!’

Τα λεγαμε με ενα ουϊσκι στα χερια, ανταλλασσοντας εντυπωσεις και ακουγοντας ιστοριες που μας ελεγε ο Κρις και ο Πιερ απο κυνηγια που ειχαν γινει τα προηγουμενα χρονια. Γελασαμε με τα ανεκδοτα τοσων κυνηγιων που ειχαν δει και ακουγαμε με κρυφο θαυμασμο τις περιπετειες που τους ειχε δωσει η ζωη στη φαρμα, δωσαμε τις δικες μας εντυπωσεις απο το κυνηγι μεχρι τωρα, και ειδαμε ολοι μαζι τον ηλιο να δυει, και την αφρικανικη νυχτα να μας περικυκλωνει...Μειναμε σιωπηλοι για λιγη ωρα, θαυμαζοντας αυτο που γινοταν γυρω μας, και μετα πηραμε τα πραγματα και κατεβηκαμε το λοφο προσεκτικα, γυριζοντας στο αυτοκινητο.

Γυρω απο το τραπεζι, μια ωρα αργοτερα, απολαμβαναμε τη μαγειρικη της Σαντυ, πειραξαμε τον αδερφο μου για την επιδειξη της σκοπευτικης του δεινοτητας νωριτερα, αλλα, παρ’ολο που η ωρα περνουσε ευχαριστα, μεσα μου δεν μπορουσα παρα να σκεφτω οτι αυριο ηταν η τελευταια μας μερα πριν ερθει η ωρα να αποχωρησουμε το Σαββατο. Ημουν σιγουρος, απο την διαθεση και την συζητηση γυρω μου, οτι δεν ημουν ο μονος που ενοιωθε ετσι, αλλα ημουν επισης σιγουρος οτι καμια απο τις προσδοκιες μας για αυτο το ταξιδι δεν ειχε μεινει ανεκπληρωτη. Καθησα σιωπηλος και παρατηρουσα τους φιλους και τον αδερφο μου να κουβεντιαζουν απορροφωντας την ουσια καθε λεπτου που περνουσε.

Μετα το φαγητο ο Κρις εφερε το κονιακ και καθησαμε γυρω απο τη φωτια να συζητησουμε τι θα κανουμε την επομενη. Τον ακουσαμε για 5 λεπτα να μας εξηγει το σχεδιο του πριν πουμε ολοι καληνυχτα και αποχωρησουμε στα δωματια μας γεματοι ενθουσιασμο για την περιπετεια που ειχε στο νου του για αυριο....