Δεν έχω ξαναταξιδέψει για Ντουμπάι, ούτε για αλλού με Emirates. Πρέπει να ομολογήσω ότι το αεροπλάνο ήταν από τα μεγαλύτερα και πιό άνετα που έχω μπει ποτέ. Τέσσερις θέσεις στο κέντρο και από τρεις σε κάθε πλευρά. Το πλήρωμα χαμογελαστό και πρόθυμο δημιουργούσε μια φιλόξενη ατμόσφαιρα. Η θέση μου ήταν ακριβώς πίσω από την διακεκριμένη και μπροστά μου, κανένα μέτρο μακριά, είχα ένα τοίχο, με αποτέλεσμα να έχω άπλετο χώρο για τα πόδια μου.Πιό άρχοντας δε γίνεται! Στη θέση με περίμενε μεξιλαράκι και κουβέρτα. Από το υποβραχιόνιο μπορούσα να ανασύρω την προσωπική μου οθόνη και να διαλέξω την διασκέδασή μου κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Ανάμεσα στα άλλα, εκατοντάδες κινηματογραφικές ταινίες από παλιές κλασικές μέχρι αυτές που μόλις βγήκαν στην αγορά. Η επιλογή του αδελφού μου για την συγκεκριμένη εταιρία έγινε λόγω αυξημένου επιτρεπόμενου βάρους αποσκευών και μέχρι τώρα τον δικαίωνε με το παραπάνω.
Βολεύτηκα στη θέση μου και κοίταξα από το παράθυρο. Ήμουν ακριβώς μπροστά από το φτερό. Το χρυσό έμβλημα της Rolls Royce δέσποζε διακριτικά πάνω στην τεράστια τουρμπίνα.
Πήρα βαθιά ανάσα. Ήμουν επιτέλους στο αεροπλάνο. Το ταξίδι μου άρχιζε και όπως λέγαν και οι αρχαίοι υμών πρόγονοι «Η αρχή είναι το ήμισι του παντός»! Έβγαλα το βιβλιαράκι που μου είχε δώσει ο αδελφός μου για τα ζώα στην Αφρική και άρχισα να διαβάζω. Στο μυαλό μου όλες αυτές τις μέρες είχα σκοτώσει κάθε λογής ζώο με απίστευτες βολές και φυσικά δεν αστόχησα ποτέ! Ήμουνα μεγάλο ταλέντο στα όνειρά μου και προκαλούσα το θαυμασμό... Τώρα όμως πλησίαζε η ώρα να δώσω εξετάσεις στην πράξη. Έπρεπε να ρίξω μια ματιά στα S.O.S! Να αναγνωρίζω τουλάχιστον τα ζώα που θα περνούσαν από μπροστά μου. Οι σχεδόν πέντε ώρες μέχρι το Ντουμπάι φαινόταν παραπάνω από αρκετές. Ίσως να προλάβαινα να δω και καμμιά ταινία.
Οι θέσεις δίπλα μου έμειναν άδειες. Οι αεροσυνοδοί μας έφεραν φαγητό, ποτά, ψωμάκια αχνιστά. Διάβασα όλο το βιβλιαράκι και χωρίς να το καταλάβω πέρασε η ώρα. Ταινία δεν πρόλαβα να δω. Προσδεθήκαμε και προσγειωθήκαμε με ένα ανεπαίσθητο τράνταγμα. Έφτασα στο Ντουμπάι.
Έχωσα τα πράγματα στη χειραποσκευή. Τινάχτηκα πάνω με το που έσβησε η επιγραφή για τις ζώνες και βγήκα στο διάδρομο. Καθόμουνα μπροστά. Πίσω μου άρχισε να σχηματίζεται μια μικρή ουρά. Θα έβγαινα πρώτος. Άρχοντας!
Αποχαιρέτισα τις ευγενέστατες αεροσυνοδούς και βγήκα στη φυσούνα. Οι πινακίδες με οδηγήσανε στον κύριο χώρο του αεροδρομίου απ’όπου θα έπαιρνα την ανταπόκριση. Περιπλανήθηκα για λίγη ώρα στα γεμάτα φως μαγαζιά χωρίς διάθεση να ψωνίσω. Η παραγεμισμένη τσάντα άρχισε να μου κόβει τον ώμο. Ίσως να το παράκανα με τις σοκολάτες, αλλά πάλι, πώς μπορείς να το παρακάνεις με τις σοκολάτες; Μάλλον είναι βαρύ το λαπιτόπι.
Μετά από μια δαιδαλώδη πορεία έφτασα στην πύλη που θα φεύγαμε για Γιοχάνεσμπουργκ. Βολεύτηκα σε μια καρέκλα. Ο αδελφός μου με τους δύο φίλους του θα ερχόταν σε κάτι λιγότερο από δύο ώρες. Τον Γκάρεθ τον ήξερα. Τον Ντέιβιντ θα τον έβλεπα πρώτη φορά. Έβγαλα τον υπολογιστή. Τσίμπισα ένα ξεκλείδωτο δίκτυο και βυθίστηκα στο Ίντερνετ.
Οι αναμονές στα αεροδρόμια με εκνευρίζουνε. Χαμένος χρόνος που σε κρατάει μακριά από τον προορισμό σου. Γύρω μου βαριεστημένοι άνθρωποι εξαντλούσαν την ευρηματικότητά τους στο να σκοτώσουν το χρόνο τους. Χώθηκα ξανά στο διαδίκτυο και περιπλανήθηκα για να ξεχαστώ. Το τρεμουλιαστό κουδούνισμα που βγήκε από τη τσέπη μου με τρόμαξε. Ήρθανε!
- Πού είσαι γιατρέ μου;
- Κάθομαι και σας περιμένω. Πού είστε;
- Εδώ στα duty-free. Κοιτάμε κάτι γυαλιά. Θα έρθεις;
Σκέφτηκα τη βαριά τσάντα που θα μου έκοβε τον ώμο. Το θυμόμουνα το μαγαζί. Ήταν στην άλλη άκρη. Ξεφύσηξα.
- Έρχομαι. Καθίστε στα γυαλιά.
Μάζεψα τον υπολογιστή στην τσάντα και σηκώθηκα.
Πλησίασα στο μέρος που βρισκόταν το μαγαζί και προσπάθησα να τους ξεχωρίσω μέσα στο πλήθος. Όλες οι φυλές του Ισραήλ μου κρύβαν την ορατότητα, όμως μόνο τρεις τύποι φορούσαν την πιό ακατάλληλη παραλλαγή για αεροδρόμιο και χάζευαν γυαλιά ηλίου. Χαμογέλασα και πήγα να τους συναντήσω. Πριν προλάβω να πλησιάσω πολύ με εντόπισε ο αδελφός μου. Είχε ήδη μπει σε φάση κυνηγιού. Το πρόσωπό του φωτίστηκε και κάτι είπε στους άλλους που γύρισαν προς το μέρος μου.
Έφτασα, αγκαλιαστήκαμε, με σύστησε στον Ντέιβιντ. Κοντός, συμπαγής, γυμνασμένος, με τυπικά αγγλικά χαρακτηριστικά. Ζεστός άνθρωπος με ξεκάθαρους κοφτούς τρόπους. Νόμισα ότι έκανα χειραψία με τανάλια. Είχα ξεχάσει πόσο ψηλός ήταν ο Γκάρεθ. Σήκωσα τα μάτια και τον είδα να μου χαμογελάει. Με το χέρι μου ακόμα να πονάει προτίμησα να τον αγκαλιάσω. Είχαμε συναντηθεί αρκετές φορές στο παρελθόν, είχα ακούσει και πολλά από τον αδελφό μου και τον θεωρούσα ήδη φίλο.
Καθένας τους κουβαλούσε μια παραγεμισμένη τσάντα με ρούχα και πράματα για το κυνήγι. Ακόμα και να χαθεί μια βαλίτσα το κυνήγι δεν θα επηρεαστεί. Με το ηθικό στο ζενίθ και την εμπιστοσύνη στις αεροπορικές μεταφορές στο ναδίρ ξεκινήσαμε ζαλικωμένοι τις βαριές τσάντες για την άλλη άκρη του αεροδρομίου όπου βρισκόταν η πύλη του αεροπλάνου για Γιοχάνεσμπουργκ. Οι δύο άγγλοι φύγανε λίγο μπροστά και εγώ με τον αδελφό μου ακολουθούσαμε κουβεντιάζοντας.
- Πώς αισθάνεσαι; με ρώτησε όλο προσδοκία.
Τα μάτια του γυάλιζαν.
Δεν έχασα την ευκαιρία. Πήρα βαριεστημένο-ταλαιπωρημένο ύφος.
- Έχει πιαστεί ο ώμος μου από αυτή την παλιοτσάντα! Εκατό κιλά είναι.
Τον είδα που σκοτείνιασε. Του έκοψα τη χαρά. Μάλλον το τράβηξα λιγάκι. Είχε παιδευτεί πολύ να οργανώσει αυτό το ταξίδι. Ήξερα τί περίμενε να ακούσει. Έσκυψα κοντά του συνομωτικά.
- Γουστάρω! Δεν βλέπω την ώρα να φτάσουμε! Να βγούμε βόλτα στη σαββάνα με τα όπλα!
Χαμογέλασε και το πρόσωπό του φωτίστηκε.
- Θα περάσουμε καταπληκτικά. Θα δεις. Δεν έχεις ξαναζήσει κάτι τέτοιο.
- Είμαι σίγουρος. Θα έχετε και την ευκαιρία να μάθετε κάτι για βολές μεγάλων αποστάσεων. Αν προσέχετε....
- Θα καλέσεις το Άγιο Πνεύμα;
- Βλάσφημε! Τί δουλειά έχουνε τα φαντάσματα; Βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα. Ο κόσμος έχει προοδεύσει. Θα αρκεστώ σε κάτι ζωντανό και σύγχρονο. Θα σας δείξω εγώ!
- Χα! Γελάσαμε! Εγώ έφερα το όπλο που έφτιαξα ειδικά για την Αφρική, ο Ντέιβιντ και ο Γκάρεθ είναι τρομεροί σκοπευτές και φέραν και αυτοί τα όπλα τους. Δεν έχεις καμμία τύχη.
- Σωστά όλα αυτά, μόνο που εγώ δε βασίζομαι στην τύχη! Εξάλλου όλοι σας πάσχετε από το ίδιο θεμελιώδες ελλάτωμα.
- Ποιό;
- Δεν είστε εγώ!
- Καλά, καλά. Τα έχω ξανακούσει αυτά. Να έχεις τουλάχιστον την κάμερα έτοιμη να πάρεις καμμιά φωτογραφία.
- Ε, μμμμ... Έχω το κινητό. Έχει καλή κάμερα.
- Καλά, τί καρεκλάς είσαι! Δεν πήρες φωτογραφική μηχανή μαζί σου! Πλάκα μου κάνεις.
- Όχι ακριβώς. Σου είπα ότι έχω το κινητό. Παίρνει και βίντεο. Ορίστε, έχει και το κατάλληλο εικονίδιο....
- Δεν παίζεσαι! Πάμε να σου πάρω δώρο μία από εδώ. Πιό πίσω είδα ένα μαγαζί. Είναι δυνατόν!
Σα να μου φάνηκε ότι είχε δίκιο. Ήμουνα άπαιχτος! Λες να πάρω φωτογραφική μηχανή; Εδώ που τα λέμε χρειάζομαι μία.
- Καλά. Πάμε να δούμε τί έχει.
- Περίμενε να ειδοποιήσω τους άλλους. Τί καρεκλάς είσαι!
Έστριψα προς το μαγαζί με τις φωτογραφικές και προχώρησα αργά σκεπτικός. Λες να είμαι καρεκλάς; Ενώ ταλανιζόμουν από το αναπάντητο αυτό ερώτημα ήρθε και ο αδελφός μου δίπλα μου.
- Πάμε. Θα τους βρούμε στην πύλη.
- Εντάξει, αλλά θα την αγοράσω εγώ τη μηχανή. Χρειαζόμουνα μία καινούρια έτσι και αλλιώς. Ευκαιρία είναι.
- Καλά πάμε και θα δούμε.
Το μαγαζί ήταν γεμάτο φωτογραφικές μηχανές. Μεγάλες, μικρές, φτηνές, ακριβές. Χάζεψα. Δεν ήξερα ποιά να διαλέξω. Οι τιμές ήταν σε ντίραμ. Τα νούμερα δε μου έλεγαν τίποτα. Γύρισα στον αδελφό μου.
- Πόσο έχει το ντίραμ; Πού θα βρούμε να αλλάξουμε;
- Τί σημασία έχει; Δες ποιά σου αρέσει και πάρ’την. Θα πληρώσεις με κάρτα. Σίγουρα είναι φθηνότερες από Ελλάδα. Εδώ δεν έχει ΦΠΑ.
- ΦΠΑ δεν έχει, αλλά δεν έχει και κάρτα.
- Τί εννοείς δεν έχει κάρτα;
- Τις ξέχασα στην Αθήνα. Άλλαξα πορτοφόλι και δεν τις πήρα...
- Καλά, πας ταξίδι στο εξωτερικό χωρίς κάρτα;
- Εσύ είπες ότι δε θα ξοδέψουμε τίποτα. Θα είμαστε στη φάρμα όλη μέρα. Πήρα ευρώ μαζί μου. Για κυνήγι πάμε. Δεν ήξερα ότι οι γαζέλες δέχονται κάρτες...
- Τί καρεκλάς είσαι! Καλά, βρες ποιά σου αρέσει και θα δούμε.
Περιπλανηθήκαμε στα διάφορα μοντέλα και τελικά βρέθηκα με μια ολοκαίνουρια τρομερή σούπερ-ντούπερ ψηφιακή φωτογραφική μηχανή που όπως αποδείχτηκε ήταν απολύτως απαραίτητη. Τελικά την πλήρωσε ο αδελφός μου. Με κάρτα. Ηρέμησα. Το ερώτημα είχε επιτέλους απαντηθεί: Ήμουνα καρεκλάς! Είχα όμως ό,τι ακριβώς χρειαζόμουνα: Τον αδελφό μου!
Πέρασα την ειδική θήκη στη ζώνη μου και ακολούθησα παραπατώντας κοιτώντας μέσα από την οθόνη της κάμερας τον αδελφό μου που είχε ξεκινήσει ήδη για την πύλη.
Διασχίσαμε το διάδρομο με τα κατάφωτα μαγαζιά και φτάσαμε στην πύλη. Ο Ντέιβιντ και ο Γκάρεθ ήταν ήδη εκεί και μας είχαν κρατήσει θέσεις. Το ταξίδι είχε πολύ δρόμο ακόμα, αλλά η κούραση είχε αρχίσει να φαίνεται. Ευτυχώς η προσμονή αυτών που μας περίμεναν στην Αφρική μας τροφοδοτούσε με δύναμη περισσή. Χυθήκαμε και εμείς στις καρέκλες και περιμέναμε. Όταν θα μπαίναμε στο αεροπλάνο θα είχε ήδη αρχίσει η δεύτερη μέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου